Κυριακή 6 Δεκεμβρίου 2020

ΜΙΑ ''ΖΑΡΓΑΝΑ'' ΣΤΗΝ ΚΕΡΚΥΡΑ ΤΟΥ 1948



 Η ζαργάνα είναι ψάρι του αφρού.Θα μπορούσε κανείς με λίγη φαντασία να την παρομοιάσει με μινιατούρα του ξιφία.Ο φιδίσιος κορμός,της προσφέρει ταχύτητα και ευελιξία.Κάποιοι λένε ότι η βασιλική ζαργάνα φθάνει τα 110 χιλ την ώρα.Για κάποιους άλλους σημασία έχει το γευστικό αποτέλεσμα στο πιάτο.                                 Δεν είναι τυχαίο πάντως ότι οι άνδρες,κυρίως των λαϊκών στρωμάτων,την δεκαετία του 50 και του 60 προσφωνούσαν τις γυναίκες που ήθελαν να σαγηνεύσουν ως ζαργάνες!Το ''ζαργάνα μου'' λοιπόν ήθελε να τονίσει την ομορφιά στην κίνηση και την ευλυγισία,ανεξάρτητα αν ίσχυε πάντα,η ήταν μία υπερβολή ενταγμένη στο παιγνίδι της κατάκτησης.

 Η δική μας η ''ζαργάνα'' ήταν ένα βενζινοκίνητο καΐκι που φαντάζομαι έκανε ότι κάνουν όλα τα καθώς πρέπει καίκια.Άπλωνε τα δίχτυα του και έφερνε ψαριές.Όμως είχε και μία δεύτερη ιδιότητα.Αυτήν της μεταφοράς ψυχών!Αλλά ας πάρουμε την ιστορία από την αρχή!

    Κάπου εκεί στα 1815 ανέλαβε τις τύχες της Κέρκυρας η αγγλική Αρμοστεία.Οι Άγγλοι είχαν μίαν έφεση στην κατασκευή κτηρίων.Δεν έχουμε παράπονο μας άφησαν αρκετά.Βέβαια δεν τα έκτιζαν για το καλό των χαμηλών τάξεων,παρά μόνο γι αυτούς και τους συνοδοιπόρους τους.Όμως για να μην είμαστε τελείως άδικοι απέναντι τους πρέπει να ομολογήσουμε ότι έχτισαν και ένα κτήριο που αφορούσε τους πολλούς.Αυτό συνέβει το 1836!Είναι ένα κτήριο για το οποίο έχει χυθεί πολύ μελάνι και είναι οι φυλακές Κέρκυρας.                                                                              

Σκοπός μιας φυλακής είναι τιμωρεί τους παραβάτες του νόμου και μετά από εύλογο διάστημα να τους αποδίδει ξανά στην κοινωνία καλύτερους .Κάτι τέτοιο πρέπει να γράφανε τα εγχειρίδια.Όμως απ' όσο γνωρίζω μέχρι σήμερα έχουν αποτύχει σε μεγάλο βαθμό σ'αυτήν τους την αποστολή.Απλά γιατί ο σκοπός ήταν άλλος.Σκοπός ήταν να τιμωρούν κυρίως όσους σήκωναν κεφάλι που δεν ήταν άλλοι από τους πεινασμένους και καταπιεσμένους χωρικούς και την φτωχολογιά της πόλης.Έτσι πέρναγαν τα χρόνια,οι κρατούμενοι άλλαζαν, μα το γρανάζι ίδιο και απαράλλακτο.

     Το κτήριο δεν μπορούμε να πούμε,ήταν καλοφτιαγμένο για τον σκοπό του.Στο σχήμα έμοιαζε με τροχό,με κυκλικό εξωτερικό τοίχο και στο κέντρο το επίσης στρογγυλό διοικητήριο,το ''κουλούρι'' όπως το έλεγαν οι κρατούμενοι.Από το ''κουλούρι'' ξεκίναγαν οι ακτίνες(πτέρυγες) με αρίθμηση από το Α μέχρι το Κ.Τα κελιά δεν ήταν φτιαγμένα με καμία ιδιαίτερη φαντασία.Ένας χώρος 2,5 επί 1,5 με έναν μακρόστενο θολωτό φεγγίτη και το κλασσικό παραθυράκι της πόρτας συμπλήρωνε την διακόσμηση.Εκεί οι κρατούμενοι είχαν τον χρόνο να σκεφτούν το παρελθόν,να βιώσουν το παρόν και να φανταστούν το μέλλον τους.Αυτό αφορούσε εκείνην την κατηγορία των φυλακισμένων που τους όριζε η ονομασία ποινικοί.Υπήρχε όμως και μία κατηγορία κρατουμένων που το αδίκημα τους είχε να κάνει κυρίως με τις ιδέες τους.

      Το κακό μ'αυτούς ήταν ότι είχαν μία πρωτο-χριστιανική προσήλωση σε αυτό που πίστευαν.Γρήγορα οι κρατούντες κατάλαβαν ότι δεν έφθαναν οι φοβέρες για να ''κάτσουν στ'αυγά τους''.Έτσι ξεκίνησαν με τα νομοθετήματα και ο πρώτος που ανέλαβε να διαφυλάξει την τάξην ήταν ο Βενιζέλος με το ιδιώνυμο το 1929.Ακολούθησε ο Μεταξάς με τον375/1936 και συνέχισε ο Σοφούλης με τον 509/1947. Μεσούντος του εμφυλίου,όταν όλη η Ευρώπη ξανακτιζόταν εδώ γεμίζανε οι ρεματιές με ματωμένα νεανικά κορμιά ένθεν και ένθεν.Τα ξερονήσια και οι φυλακές γεμάτα ανθρώπους που κανονικά έπρεπε να βρίσκονται στα χωράφια τους και κοντά στους γέρους γονείς τους.Όμως το παγκόσμιο παιγνίδι που παιζόταν τους υπερέβαινε!

        Εδώ στην Κέρκυρα είχε αρκετούς κρατούμενους που η τύχη τους ήταν περίπου προδιαγεγραμμένη.Ένα έκτακτο στρατοδικείο που με συνοπτικές διαδικασίες αποφάσιζε.Πολλές φορές οι κρατούμενοι με αυτοσχέδια χωνιά ενημέρωναν τους Κερκυραίους για τις εκτελέσεις και η παρέμβαση της κερκυραϊκής κοινωνίας είχε αναβάλει η και ματαιώσει εκτελέσεις.                                                                                              Εκείνο το απόγευμα ακούστηκε ''είμαι ο Λευτέρης Τζανετής από την Καισαριανή και αύριο μαζί με άλλους με πάνε για εκτέλεση''.Ύστερα από λίγο θα πήγαιναν στην απομόνωση-στον αράπη- με μόνη συντροφιά ένα μολύβι και ένα χαρτί για τα τελευταία λόγια.Πριν χωριστούν από τους υπόλοιπους όλοι μαζί τραγουδούσαν το στιχάκι που είχε σκαρώσει κάποιος κρατούμενος                                                                                              ''Δεν φεύγω για την ξενιτειά,παράδες ν'αποκτήσω                            θα πάω στο Λαζαρέτο με το αίμα μου το δέντρο να ποτίσω'' 

      Αυτή η τελευταία νύχτα θα πρέπει να ήταν ατέλειωτη.Δεν είναι και λίγο πράγμα,όσο και αποφασισμένος να είσαι,ότι σε λίγες ώρες ''φεύγεις'' χωρίς να μπορείς να σφίξεις ένα χέρι,να ανταλλάξεις ένα βλέμμα με ανθρώπους που αγαπάς! Ακόμα και οι σκληροί των φυλακών,όπως ο αρχιφύλακας Τζώρας στο βάθος τους θαύμαζε,αν και δεν καταλάβαινε γιατί δεν βάζανε μία υπογραφή να τελειώνει το μαρτύριο τους.Δεν μπορούσε να κατανοήσει ότι αν υπέγραφαν τότε θα άρχιζε το πραγματικό μαρτύριο.Θα πέθαιναν κάθε μέρα,από την περιφρόνηση που θα αντίκριζαν στα βλέμματα των άλλων!

       Στον ουρανό της Κέρκυρας είχαν αρχίσει να αχνοφαίνονται τα πρώτα χρώματα.Οι πρώτες αχτίδες του ήλιου άρχισαν να χαϊδεύουν τις στέγες των πανύψηλων σπιτιών της πόλης.Πέτρινοι όγκοι θαρρείς σαν φύλακες προστάτευαν την πόλη από κάθε επιβουλή.Τα πρώτα σκιρτήματα ζωής άρχισαν να ξεπροβάλλουν μέσα απ' τα στενά σοκάκια.Τα πρώτα πρωινά κελαηδήματα καλωσόριζαν την μέρα που άνοιγε σαν μπουμπούκι ανοιξιάτικο!                                                                       Η Ζαργάνα κάπου εκεί στο Καφέ Γυαλί λικνιζόταν απαλά πάνω  στα πρασινογάλαζα νερά του λιμανιού.Πρέπει να το απολάμβανε καθώς διέγραφε χορευτικές κινήσεις με την βοήθεια του υδάτινου καβαλιέρου της.Λίγα λεπτά ξενοιασιάς της έμεναν μέχρι να φτάσει το αλλόκοτο φορτίο της.Θύτες και θύματα μαζί σε ένα μπάρκο χωρίς γυρισμό και στο βάθος ο προορισμός αυτού του ταξιδιού μόλις αχνοφαινόταν μέσα στην πρωινή ομίχλη

        Η επιβίβαση έγινε πολύ βιαστικά πριν οι ντόπιοι καταλάβουν κάτι.Όλα αυτά τα πράγματα συνήθως γίνονται στο σκοτάδι αλλά αφού δεν γινόταν έπρεπε να γίνουν γρήγορα και αθόρυβα. Κάθισαν αντικριστά στον ένα πάγκο οι άνδρες του αποσπάσματος και στον άλλο τα θύματα.Οι φαντάροι αγουροξυπνημένοι με νυσταλέο βλέμμα με το όπλο ανάμεσα στα πόδια  στεκόταν αμίλητοι.Οι άλλοι απέναντι ντυμένοι με τα ''καλά'' τους,φρεσκοξυρισμένοι,σαν μία τελευταία υπενθύμιση το πόσο αγαπούσαν την ζωή, χωρίς όμως εκπτώσεις στα όνειρα τους.Ίσως και μία πρόβα αυτού που θα συνέβαινε σε λίγο.Ο ένας αντίκρυ στον άλλον.Έριξαν μία τελευταία ματιά στην πόλη.Τα φωτεινά παράθυρα πολλαπλασιάζονταν συνέχεια,σημάδι ότι η πόλη ξυπνούσε.Άνδρες ετοιμάζονταν για την δουλειά πίνοντας βιαστικά τον καφέ που τους είχαν ετοιμάσει οι νοικοκυρές χωρίς να φαντάζονται ότι την ίδια ώρα κάποιοι συνάνθρωποι τους πήγαιναν το τελευταίο τους ταξίδι.

       Η βενζινομηχανή της Ζαργάνας μούγκρισε σαν το θεριό που παλεύει να κόψει τα δεσμά του και ύστερα όρμηξε μπροστά σχίζοντας τον καθρέφτη της θάλασσας.Μέσα σε μιά στιγμή η Ζαργάνα μετατράπηκε σε νεκροκάραβο ζωντανών νεκρών,και το θαλάσσιο χαλί που απλώνονταν μπροστά της σαν μία άλλη Αχερουσία λίμνη!Γερό σκαρί καθώς ήταν γρήγορα έχαψε την απόσταση και πλεύρισε στην ακτή.                                                    Ένας-ένας άρχισαν να κατεβαίνουν,ο τελευταίος γύρισε στον καπετάνιο με πικρό χαμόγελο ''στρίψε το τελευταίο για μας''και εκείνος κούνησε καταφατικά το κεφάλι.Έβγαλε την ταμπακιέρα του  με αργές κινήσεις και το έστριψε με κατάνυξη.Τράβηξε την πρώτη ρουφηξιά και περίμενε,στην τρίτη άκουσε την ομοβροντία.Συνέχισε να ρουφάει αργά ώσπου άκουσε και τις χαριστικές βολές.Κάτι μουρμούρισε μέσα από τα δόντια του που μόνο αυτός και η Ζαργάνα άκουσε

          Το 49 σταμάτησαν οι εκτελέσεις στο Λαζαρέτο! Υποθέτω ότι η Ζαργάνα γύρισε στις παλιές της συνήθειες.Οι αυγές στην Κέρκυρα συνέχισαν να είναι το ίδιο όμορφες!

Παρασκευή 11 Σεπτεμβρίου 2020

ΤΟ ΟΝΕΙΡΟ ΠΟΥ ΕΓΙΝΕ...ΕΦΙΑΛΤΗΣ

Ηταν Φλεβάρης πιά! Οι Αλκυονίδες καθώς τόχαν συνήθειο κάθε χρόνο,είχαν κάνει την εμφάνισή τους για τα καλά.Η μαμά κατσίκα βρήκε την ευκαιρία να κάνει λίγες δουλειές στην αυλή.Τα κατσικάκια ήταν στο σχολείο,μόνο ο Καφετούλης ήταν μαζί της γιατί ήταν λίγο κρυωμένος και προτίμησε να μην τον στείλει σχολείο.Απο τα πιο καλά της παιδιά,πάντα του άρεσε να μαθαίνει και την παρακολουθούσε με πολύ προσοχή κάθε φορά που τους έλεγε ιστορίες!                            Σήμερα ένοιωθε λίγο στενάχωρα,ήθελε σε κάποιον να μιλήσει.Ήθελε να βγάλει από μέσα της όλο αυτό που την βάραινε και ο Καφετούλης της φάνηκε ότι ήταν μια καλή περίπτωση γι αυτό.Τον φώναξε και τον έβαλε να καθίσει πάνω σ'ενα κουτσουράκι απέναντί της.Τον κοίταξε στα μάτια χωρίς να μιλάει.Εκείνος κατάλαβε,πήρε το σοβαρό ύφος του καλού ακροατή και περίμενε. 
   
   Ηταν Σεπτέμβρης του 1922,άρχισε να λέει η μαμά κατσίκα.Ένας ουρανός με μολυβένια σύννεφα είχε κατέβει τόσο χαμηλά που λες και ήθελε να πλακώσει την Σμύρνη.Εδώ και μέρες οι καρδιές του κόσμου ήταν σφιγμένες.Τα μαντάτα δεν ήταν καλά.Την θέση του ενθουσιασμού με τις ειδήσεις της προέλασης του Ελληνικού στρατού,τώρα είχε πάρει η κατήφεια.Όσοι ήταν αντίθετοι σ' αυτήν την έξαρση του μεγαλοιδεατισμού κουνούσαν μελαγχολικά το κεφάλι,χωρίς να μπορούν να κάνουν τίποτε!Μία φήμη διέτρεχε απ'ακρο σ'άκρο την πόλη.Το μέτωπο έσπασε!!Στην αρχή κανείς δεν ήθελε να το πιστέψει,όταν όμως αντίκρυσαν τα πρώτα τμήματα του εξαντλημένου στρατού μας να φθάνουν στην Σμύρνη,τότε όλοι κατάλαβαν.


     Ο κυρ Αργύρης μερικές μέρες πριν είχε φροντίσει να φορτώσει την κυρία Ισμήνη σ' ένα καράβι με τελικό προορισμό την Κέρκυρα.Έπρεπε να την προφυλάξει απο αυτό που έβλεπε νάρχεται.Δεν θα άντεχε να του πάθει κάτι.Εκεί θα ήταν κοντά στην κυρά του καπετάνιου και αργότερα υπολόγιζε οτι θα μπορούσε κι αυτός να πάει κοντά της.                                                      Ύστερα σαν να άδειασε ολη η ενέργεια που είχε μέσα του καθόταν με τις ώρες στην μεγάλη καρέκλα του γραφείου του και κοίταζε μπροστά με τα μάτια στυλωμένα,σε κάτι που μόνο αυτός μπορούσε να δει! Ποιός ξέρει τι να στριφογύριζε στο μυαλό του.Μπορεί να κοίταζε την φωτογραφία του πατέρα του στον απέναντι τοίχο.Από αυτόν είχε κληρονομήσει τούτο το σπίτι και αυτός το είχε κανει σωστό παλάτι.Τώρα δεν ήξερε πια την τύχη του.Μπορεί να το καίγανε οι αφηνιασμένοι ''τσέτες'' η να τόπαιρνε για λάφυρο κάποιος αξιωματούχος Νεότουρκος.Δεν μπορούσε να αποφασίσει τι ήταν προτιμότερο,μα έγερνε προς την δεύτερη εκδοχή με την κρυφή ελπίδα,οτι μπορεί ν'αλλάζανε τα πράγματα και να γύριζαν πίσω.

       Κάποιες φορές λες και έβγαινε ξαφνικά από τον λήθαργο του χτύπαγε τις γροθιές του στο γραφείο,τα μάτια του γουρλώνανε και έβγαζε ένα μουγκρητό ανάκατο με λέξεις.Αυτό που μπορούσα να ξεχωρίσω ήταν η φράση ...''τους άτιμους''.Ποιούς να εννοούσε άραγε?Μπορει τους Νεότουρκους που πατήσανε όλες τις υποσχεσεις τους και αμολύσανε τους 'τσέτες' να απονείμουν φυλετική καθαρότητα με τον πιό άγριο τρόπο.Μπορεί τους Γερμανούς που συμβούλευαν τους Τουρκους για να επιτύχουν ανοιχτό διάδρομο για τα πετρέλαια της Βασσόρας σε έναν αγώνα δρόμου με τους Αγγλογάλλους.                                                                                   Ίσως τους Αγγλογάλλους,που καταφερανε μόνο για τα συμφέροντά τους ,να διχάσουνε τους Ελληνες και τους σύρανε σε μια εκστρατεία χωρίς αύριο.Ακόμα κι αυτούς τους Γουναρικούς που πιστέψανε οτι μόνο με το όραμα της Κόκκινης Μηλιάς κερδίζονται οι πόλεμοι.Και τώρα γυρνάνε πίσω τα υπολείματα ενός ταπεινωμένου στρατού.Ακόμα και για κείνον τον ανεκδιήγητο αρμοστή Στεργιάδη που μόλις είδε τα σκούρα ανέβηκε στο πρώτο εγγλέζικο καράβι και λάκισε,όχι για την πατρίδα αλλα στους φίλους του τους ευρωπαίους!

      Τώρα πάνω σ ένα καράβι,που ούτε καν ήξερα τι παντιέρα κυμάτιζε στα κατάρτια του, στριμωγμένη πίσω από μερικές κουλούρες σχοινιά κοίταζα με τα μάτια σαστισμένα αυτά που συνέβαιναν στην προκυμαία.                                                                                                                                                                                Εκεί που πρίν λίγο καιρo ένα πολύβουο ανθρωπομάνι σαν ένα κύμα πηγαινοερχόταν σε δουλειές,περιπάτους,αγορές και έρωτες,τωρα κυριαρχούσε η απελπισία.Κόσμος έτρεχε πάνω κάτω πανικόβλητος,χωρίς συγκεκριμένο προορισμό,με φωνές και παρακάλια σε ποιόν άλλωστε;Όλοι τους είχαν παρατήσει!

                                                           

Δευτέρα 31 Αυγούστου 2020

ΤΟ ΞΕΜΑΤΙΑΣΜΑ

ΤΟ ΞΕΜΑΤΙΑΣΜΑ

       H γνωριμία μου με αυτήν την μεταφυσική προσέγγιση της αδιαθεσίας-το μάτιασμα- είχε πολύ ευτελή αίτια.Συχνά όταν το φτωχικό τραπέζι δεν ήταν του γούστου μου προφασιζόμουν μία ανορεξία με την ελπίδα ότι κάτι καλύτερο κατ εξαίρεση θα έμπαινε στο πιάτο μου.Σπάνια το κατάφερνα οπότε ως δια μαγείας επανερχόταν η όρεξη, σε διαφορετική περίπτωση τα συμπτώματα γινόταν πιό έντονα.Τότε ερχόταν η σειρά της γιαγιάς,που με απόλυτη σιγουριά έλεγε το μνημειώδες ''το παιδί είναι ματιασμένο''

     

    Το σπίτι δεν διέθετε ξεματιάστρα αφού καμμία από τις γιαγιάδες δεν είχε φροντίσει να παραλάβει το ''χάρισμα'' από κάποια παλαιότερη.Εξάλλου χρειαζόταν ολόκληρη τελετουργία για να σου ''στρέχει''.Ετσι αναζητούσαμε εκτός των τειχών βοήθεια ,ανάμεσα στις άφθονες ξεματιάστρες που διέθετε το χωριό. Προτιμούσαμε βέβαια τις γειτόνισσες που ήταν τρείς απ' ότι θυμάμαι.Σαν τις τρείς χάριτες ένα πράμα!Ήταν η Σοφιά,η Τσούρενα και η Αγγέλω.Η Τσούρενα παρ' ολον που ήταν η πιό κοντινή στο σπίτι,για λόγους που δεν μπόρεσα ποτέ να ανακαλέσω στην μνήμη μου,δεν ήταν η πρώτη μου επιλογή.Όταν μάλιστα απόκτησα το ''δικαίωμα ''της επιλογής μοιραζόμουνα ανάμεσα στις άλλες δύο που παραδόξως ήταν τελείως διαφορετικές φιγούρες!

       Η Σοφιά κατοικούσε ψηλά στην ρούγα και την επισκεπτόμουν σε μία χαμηλή πέτρινη κουζίνα,που μου φάνταζε σαν το σπιτάκι της γιαγιάς στο δάσος.Στο προαύλιο μία τεράστια μουριά δεν ξέρω αν προστάτευε η απειλούσε το σπιτάκι.Στην εποχή της καρποφορίας της, όλοι οι πιτσιρικάδες της γειτονιάς σκαρφαλώναμε πάνω της και την τρυγούσαμε με βουλιμία ,ίδια με κείνην που δείχνει ο πρωτάρης, σε ένα ώριμο μεστωμένο θηλυκό.Ύστερα μεθυσμένοι απο τους χυμούς της γλυστρούσαμε απαλά στο χώμα,έτοιμοι να αναμετρηθούμε με τις φωνές των μανάδων μας για τα λεκιασμένα ρούχα                                                                                                                                       Η Σοφιά ήρθε στην οικογένεια των Γραμματικαίων ως νύφη αφού η ράτσα της ήταν οι Βασιλάκηδες.Δεν ήταν ιδιαίτερα ψηλή,όμως είχε ένα αρχοντικό παρουσιαστικό που το τόνιζε φορώντας  τις χαρακτηριστικές πολύχρωμες φασκιές στη μέση που συνήθιζαν να φοράνε οι γυναίκες εκείνη την εποχή.Γρήγορα κατάφερε να ανατρέψει το καθεστώς της προσφώνησης της γυναίκας ως παρακολούθημα του άνδρα.Όλοι έλεγαν για τον άνδρα της ,ο Μήτσος της Σοφιάς. Εξάλλου του έκανε τρεις γιούς τι άλλο ήθελε!


        Όταν την επισκεπτόμουν αισθανόμουν μια συστολή μπροστά στην ειδικό στο ξεμάτιασμα,αφού είχε γκάμα μεθόδων για να πετυχαίνει το αποτέλεσμα που ήθελε.Όταν είχε ''τρυφεροφεγγιά'' θεωρούσε το φεγγάρι υπεύθυνο για το μάτιασμα οπότε με αυτό έπρεπε να αναμετρηθεί.Δίπλα στο σπιτάκι υπήρχε ένα βόλτο που εξυπηρετούσε τις ανάγκες της γειτονιάς.Στην άκρη του βόλτου ξεκινούσε ένας μπότζος που εξυπηρετούσε τις ανάγκες της ευρύτερης οικογένειας.Στην βάση του μπότζου υπήρχε μία κολώνα που εξυπηρετούσε τις ανάγκες της Σοφιάς.Έτσι όταν δεν είχε συννεφιά έβγαινε και με φόντο το βόλτο,ακουμπώντας το ένα χέρι στην κολώνα με το άλλο υψωμένο προς τον δίσκο του φεγγαριού έλεγε τα ξόρκια.Θα νόμιζε κανείς πως έκανε εξορκισμό έτσι συνεπαρμένη που ήταν!       Υπήρχαν όμως και φορές που το φεγγάρι απαλλασσόταν των ευθυνών η άλλες φορές το ίδιο, έπαιζε κρυφτούλι με τα σύννεφα οπότε το σκηνικό μεταφερόταν μέσα στο χαμηλό σπιτάκι.Τότε ορμηνεμένος από την νόνα μου έβαζα στην δεξιά μου τσέπη καμιά δεκαριά αμύγδαλα.Ήταν η συμμετοχή του ''ματιασμένου'' στην ιεροτελεστία του ξορκίσματος.Tα σύνεργα της Σοφιάς ήταν ένα ποτήρι με νερό γεμάτο ίσα μ'ένα δάχτυλο κάτω από το χείλος και τα αμύγδαλά μου.Τα φυλάκιζε στις χούφτες της και έλεγε κάτι ακατάληπτα λόγια,που προσπάθησα άπειρες φορές να τα κάνω κτήμα μου χωρίς να τα καταφέρω ποτέ.Ύστερα με τελετουργικές κινήσεις τα άφηνε ένα-ένα να γλιστρήσουν στο νερό.Ανάλογα με το πόσα βούλιαζαν και πόσα επέπλεαν φανερωνόταν και ο βαθμός του ματιάσματος.Όσο διαρκούσε η ιεροτελεστία,μουρμούριζε το ξόρκι και η φωνή της είχε εντάσεις και υφέσεις.Εγώ είχα καρφώσει τα μάτια μου στα αμύγδαλα μια και ήξερα ότι στο τέλος θα μου τα πρόσφερε για να ολοκληρωθεί με επιτυχία το ξεμάτιασμα.Δεν έμαθα ποτέ αν έτσι έπρεπε να γίνει η το είχε προσαρμόσει έτσι βλέποντας την λαχτάρα μου για τα αμύγδαλα.Συνήθως έφευγα τρέχοντας γιατί το σκοτάδι που είχε απλωθεί σαν μαύρο πέπλο έξω έφερνε στο μυαλό μου όλες τις εξώκοσμες ιστορίες που είχα ακούσει να αφηγούνται τα χείλη των γερόντων!


         

     Η Αγγέλω ήρθε νύφη στους Κωστελέτους απο την γενιά των Χαρτοφύλακα.Στην θύμηση μου έρχεται όταν πιά ήταν χήρα και τα παιδιά της είχαν πάρει τον δρόμο της εσωτερικής ξενιτιάς.Είχε ξεμείνει στο χωριό μαζί με  την κόρη της την Ερμιόνη,μιά μεγαλοκοπέλα που δεν έμελλε να παντρευτεί.              Όταν χρειαζόταν να την επισκεφθώ έπρεπε να περάσω ανάμεσα απο τους σκοτεινούς όγκους των δίπατων σπιτιών μας και μετά να ακολουθήσω ένα στενάκι που θα μ'έφερνε μπροστά σε μία σαραβαλιασμένη ξύλινη πόρτα.Ακόμα και αυτή η διαδρομή μου έδινε την αίσθηση μίας πορείας μύησης.Η πόρτα υποχωρούσε με ένα μικρό τρίξιμο και έπρεπε να κατέβω δύο χωμάτινα σκαλοπάτια για να βρεθώ στην μικρή κουζίνα που δεν υπήρχε άλλο άνοιγμα να φωτίζει παρά η πόρτα που έτριζε.Αυτό το κατέβασμα των δύο σκαλοπατιών μου έδινε την αίσθηση του απόκοσμου.Σαν να βρισκόμουν σε μία άλλην διάσταση.Αριστερά στην ωγνίστρα η φωτιά τριζοβολούσε και η Αγγέλω με ένα μακρύ λεπτό ξύλο την συδαύλιζε.

        Μου έδειχνε με το βλέμμα την κρούσα,ένα στενόμακρο κομμάτι ξύλο απο κορμό καρυδιάς,για να καθίσω δίπλα της.Ήταν μία γυναίκα λιπόσαρκη ντυμένη με την παραδοσιακή καθημερινή χωριάτικη ενδυμασία.Όλη της η εμφάνιση σε παρέπεμπε σε κάτι ασκητικό.Δεν χρησιμοποιούσε σύνεργα για το ξεμάτιασμα παρά την δύναμη του λόγου.Από τα λόγια άλλα άκουγα και άλλα έχανα.Ταυτόχρονα με το ένα χέρι με σταύρωνε και με το άλλο συνέχιζε να συδαυλίζει την φωτιά.Δεν ξέρω αν όλα αυτά ήταν μέρος της ιεροτελεστίας για να πιάσει καλύτερα το ξεμάτιασμα.Όμως όση ώρα έλεγε τα λόγια είχα την αίσθηση ότι ήταν απόκοσμη και παρέσερνε και μένα σε μία κατάσταση χαλάρωσης.Ξαφνικά σαν να με επανέφερε,με φύσαγε τρεις φορές μουρμουρίζοντας δυσνόητες λέξεις.Καμμία φορά αν δεν ένοιωθε ικανοποιημένη απο το αποτέλεσμα γιατί το μάτι ήταν βαρύ μου ζήταγε ένα λιπιδόνι(μικρή κλωστή από τα ρούχα μου) για να συνεχίσει όταν πιά την είχα καληνυχτίσει.

         Το χάρισμα του ξεματιάσματος πέρναγε στον επόμενο,αφού το είχε μάθει απευθείας από τον προηγούμενο και αφού αυτός είχε αποδημήσει εις κύριον.Είχε έναν κοινό κορμό,όμως συχνά γινόταν προσθήκες.Υπήρχαν βέβαια και παραλλαγές όπως λίγο πολύ γινότανε με τα δημοτικά τραγούδια.Ότι πιάσει ο λαός στα χέρια του το κρατάει πάντα ζωντανό με μία συνεχή ζωογόνα παρέμβαση.Προφανώς είναι προιόν πανάρχαιας παγανιστικής τελετουργίας που η εκκλησία δεν μπόρεσε να το βάλει στο περιθώριο,οπότε αναγκάστηκε να το αποδεχτεί βάζοντας ως όρο το ξεμάτιασμα να το κάνει ιερέας.Παρ'όλα αυτά οι ανεπίσημες ξορκίστρες ήταν άφθονες.Ας θυμηθούμε μερικές εκδοχές!

            ΣΟΦΙΑ

        Άγιοι Ανάργυροι και ελεήμονες του Χριστού πρώτοι γιατροί του κόσμου που εγιατρέψατε πολλούς γιατρέψτε και τον (την)...... από τον πονόκορμο του,τον πονοκέφαλο του,από τις δείλιες και τις σκοτούρες του και από τις 72 ανάγκες του κορμιού του.Το μάι που τον (την) είδε και τον αβάσκανε να σκάσει η καρδιά του να βγουν τα μάτια του κουρέλια στην ποδιά του να μπαινοβγαίνει η μάνα του να λέει τ'ονομά του                                                                                                                       Φεύγα αβασκοσύνη και χαμηλοσύνη από του....την καρδιά κι απ'όλα του τα μέλη.Να πας στα όρη στ'άγρια βουνά και στ'άγρια λαγκάδια.Εκεί μαύρο γατί δεν νοιάζει,μαύρη κότα δεν κακαριέται,μαύρο μοσχάρι δεν μουγκρίζει,μαύρο σκυλί δεν αλυχτάει,μικρού παιδιού κουλούρι δεν γίνεται.Από μένα ξορκισμένος και από τον Αγιο βοηθημένος,ο αέρας τόφερε ο Χριστός να περάσει να το πάρει..

                     ΑΓΓΕΛΩ

         Το ίδιο με μικρή προσθήκη........όπως σκορπάει ο ήλιος τις αχτίδες του και ο αέρας τις δροσιές του έτσι να σκορπίσει η αβασκοσύνη και η χαμηλοσύνη απο του....την καρδιά κι απ'όλα του τα μέλη

                ΜΑΡΙΑ(ΚΑΚΑΒΟΥΛΩ)

          Τρεις τον(την) αβασκάνανε και τρεις τον ξαβασκάνανε.ο Χριστός η Παναγία και το Αγιο Πνεύμα.Η Παναγία ερχότανε με τους αγγέλους της και τους αρχαγγέλους της και απάντησε την στρίγγλα,τη βάβω και την κακογιαδεμενη και τις ρώτησε που πηγαίνετε.Πηγαίνουμε στο δούλο του θεού.... να ρίξουμε δείλιες και τρομάρες και αναβαγιές μεγάλες .Σας προστάζω στο όνομα της Αγίας Τριάδας να γυρίσετε πίσω να πάτε στ'άγρια βουνά και στ'άγρια λαγκάδια    

 

Κυριακή 26 Ιουλίου 2020

ΤΟ ΑΒΑΤΟ

Ο Κ. στεκότανε μπροστά στην εκκλησιά με δέος.Ήθελε να προχωρήσει παρά μέσα μα τα δυό πανύψηλα κυπαρίσσια που την ''φρουρούσανε'' τον τρομάζανε.Του φαινότανε σαν δυό αγριωποί φύλακες που περιμένανε να του πάρουν το κεφάλι μόλις τολμούσε να διαβεί το κατώφλι.Κοντοστάθηκε για λίγο και γύρισε να φύγει.Ίσως μιάν άλλη φόρα οπλισμένος με περισσότερο θάρρος να το αποτολμούσε. 

                                       Η σχέση του με την εκκλησία ήταν ιδιόρρυθμη.Κάθε Κυριακή, φόραγε τα καλά του και τα λουστρίνια που τούχε κάνει δώρο ο νούνος του,έπιανε τη νόνα του από το χέρι και πηγαίνανε να εκκλησιαστούν.Πολλές φορές χρειαζότανε να περιμένει αρκετά γιατί η νόνα ήταν κοκέττα.Πληθωρική γυναίκα στα νιάτα της,γυναικάτσα κατά πως λέγανε στο χωριό,δεν είχε αφήσει τις παλιές της συνήθειες.Το γιορτινό ροκέτο ατσαλάκωτο και από πάνω η κεντημένη μπροστούρα,το πετόνι και το γυαλιστερό ζιπούνι σημπληρωνόταν απο μία καλοφτιαγμένη μπόλια.Κάπου-κάπου έφτιαχνε και τις μέρζες της γιατί πίστευε ότι έτσι ξεχώριζε.Έτσι κατάφερναν και οι δύο να είναι στο κέντρο του ενδιαφέροντος.Γρήγορα όμως βάλθηκε αυτός να παρατηρεί τους άλλους.Του έκανε εντύπωση η ποικιλία των συμπεριφορών.Μερικοί με τα χέρια σταυρωμένα είχαν το βλέμμα καρφωμένο στις πλάκες του δαπέδου,σαν να μην τολμούσαν να αντικρίσουν τις εικόνες,ενώ άλλοι κοιτάζανε ψηλά λες και περιμένανε να κατέβει κάποιος από κει!Μα πιότερο του έκαναν εντύπωση αυτοί που έκαναν ακατάπαυστα τον σταυρό με έναν βιαστικό χαρακτηριστικό τρόπο τους λες και το χέρι τους ήταν κουρδισμένο   

ΛΙΤΑΝΕΙΑ ΣΤΟ ΒΑΛΑΝΕΙΟ ΓΥΡΩ ΣΤΟ 1970

                                                                                                                  Oι συνομήλικοί του είχαν αποκτήσει μικρούς ρόλους στην λειτουργία της εκκλησίας.Άλλοι κρατούσανε τα κεριά και άλλοι τα εξαπτέρυγα,ενώ οι πιό καλλίφωνοι ψάλλανε και κανένα απολυτίκιο.Ειδικά για το ''Ασπιλε'' γινόταν ένας μικρός σκοτωμός μεταξύ των υποψηφίων.Βέβαια όλο αυτό ήτανε λίγο 'σικέ' γιατί κάποιοι ήταν λίγο πιό ίσοι από τους άλλους.Δεν του άρεσε να πλακώνεται για τέτοια ζητήματα,αλλά δεν ήθελε και να είναι ο διαφορετικός στην παρέα.Έτσι κάποια στιγμή πείστηκε να αναλάβει κι αυτός κάποιο ρόλο.Ο παπάς επειδή ήθελε πάντα να βρίσκει τρόπους να κρατάει τα παιδιά κοντά στην εκκλησία του ανέθεσε κάτι που ο Κ. δεν το είχε καν φανταστεί.Θα ήταν ο βοηθός του στο Άγιο Βήμα.Όταν του το ανακοίνωσε τον έπιασε μιά ταραχή,τόσο αναπάντεχο του ήρθε,γρήγορα όμως συνήλθε και το βλέμμα θριάμβου που έριξε στην παρέα σίγουρα θα το θυμούνται για καιρό!  

    Το βράδυ δεν του κόλλαγε ύπνος,ένοιωθε σαν να του είχαν αναθέσει κάποια σπουδαία αποστολή.Με τον πρώτο πετεινό πετάχτηκε από το κρεββάτι και ροβόλησε κατά το σπίτι του παπά.Τον βρήκε να στραγγίζει το φλιτζάνι του καφέ.Το αίτημα του ήταν απλό και λογικό,ήθελε να γνωρίσει τον χώρο της αποστολής του.Ο παπάς δέχτηκε αν και ο χρόνος της ξενάγησης ήταν λίγος μια και ο παπάς έπρεπε να πάει στα χωράφια.Ήταν εκείνες οι εποχές που οι παπάδες δεν ήταν ακόμα δημόσιοι υπάλληλοι και τα λίγα τυχερά δεν φτάνανε να θρέψουν  τις πολυμελείς οικογένειές τους.                                                                 Δεν του ήταν αρκετό αλλά σκέφτηκε πως θα είχε κι άλλη ευκαιρία.Αυτήν την δεύτερη ευκαιρία την πήρε μόνος του την επόμενη μέρα.Υπήρχε ένα παραπόρτι που κανείς δεν χρησιμοποιούσε πια,έτσι τρύπωσε από κεί.Ήξερε ότι αυτό ήταν παράτυπο πόσο μάλλον να μπεί στο Άγιο Βήμα,πίστευε όμως ακράδαντα ότι το έκανε για καλό σκοπό.Εξάλλου ο φύλακας άγγελος που όλοι έχουμε δεν του τράβηξε καν την μπλούζα για να τον εμποδίσει. Μπήκε στο ιερό,ενώ οι χτύποι της καρδιάς του παίζανε έναν ακανόνιστο ρυθμό.Χρειάστηκε λίγα λεπτά για να ηρεμήσει.Ύστερα άρχισε να παρατηρεί τον χώρο με την βοήθεια μιάς δέσμης φωτός που εισχωρούσε από το παραθυράκι του ιερού.Μπροστά του δέσποζε η Αγία Τράπεζα που πάνω της αναπαυόταν το Ευαγγέλιο και δίπλα το αρτοφόριο,ο αστερίσκος και όλα τα σύνεργα της λειτουργίας.Αριστερά η πρόθεση και δίπλα στον τοίχο κρεμασμένα τα άμφια του παπά.Απέναντι υπήρχε ένα μπαουλάκι,σήκωσε το καπάκι και το τρίξιμο που ακούστηκε έκανε ένα ρίγος να διατρέξει την ραχοκοκκαλιά του. Περιείχε μερικά εκκλησιαστικά βιβλία και πάνω-πάνω αναγνώρισε την Οχτώηχο.Το έκλεισε προσεχτικά και σήκωσε το βλέμμα στο ερμάρι που ήταν κρεμασμένο στον τοίχο ακριβώς από πάνω.Το άνοιξε προσεκτικά και είδε τα λιβάνια τακτοποιημένα και δίπλα τους ένα μπουκάλι με μακρύ λαιμό γεμάτο με ένα κεχριμπαρένιο υγρό.Διάβασε την ετικέτα ''Οίνος γλυκύς Σάμου''.Γρήγορα θυμήθηκε ότι το είχε φέρει μια συγχωριανή η Βαγγελιώ του Τάτση του Γιάχου παντρεμένη στην Σάμο για να συγχωρεθούν τ'αποθαμένα της.Τόχε φέρει για την μεταλαβιά αλλά απ ότι ήξερε στην μεταλαβιά βάζουν κόκκινο κρασί.Εκτός και αν το ανακατεύει ο παπάς σκέφτηκε και πήγε να το βάλει στην θέση του.

    Εκείνη την στιγμή φαίνεται η συνεχής μάχη του μικρού διαβολάκου με τον φύλακα άγγελο που κρύβουμε μέσα μας έγειρε προς την μεριά του πρώτου.Ας πιώ μιά γουλιά σκέφτηκε μα πρίν το κάνει σήκωσε το βλέμμα στον θόλο του ιερού.Το αίμα του πάγωσε σαν συνάντησε το βλοσυρό βλέμμα του Παντοκράτορα και ετοιμάστηκε να βάλει το μπουκάλι στην θέση του.Ξανακοίταξε φοβισμένα μα αυτή την φορά είδε την Μαρία με ένα γαλήνιο βλέμμα και γύρω της πετάγανε χαρούμενα αγγελάκια,ενώ στα γόνατά της ο μικρός Ιησούς του φάνηκε πως του χαμογελούσε! Κατέβασε βιαστικά μια γουλιά  και με την ίδια σπουδή έβαλε το μπουκάλι στην θέση του .Έφυγε τρέχοντας χωρίς να κοιτάξει πίσω του. 

    Η αποστολή του πήγαινε μια χαρά και ο παπάς έδειχνε ευχαριστημένος.Όμως παράλληλα κατέβαινε σιγά -σιγά και η στάθμη του μπουκαλιού.Ώσπου κάποια μέρα ο παπάς του έκανε ένα πατρικό κήρυγμα περί ηθικής και ο Κ. κατάλαβε ότι ο παπάς ήξερε.Ένοιωσε την ανάγκη να εξομολογηθεί το''αμάρτημά του'' και επειδή ο παπάς διέκρινε μίαν ειλικρινή μεταμέλεια σκέφτηκε το συμβάν να μην βγεί από τον χώρο της εκκλησίας.Όμως με τρόπο που ακόμα και τώρα δεν έχει αποκαλυφθεί μαθεύτηκε αστραπιαία σχεδόν σε όλο το ποίμνιο.Ενώ θα περίμενε κανείς ότι οι πιστοί θα ήταν πιό συγκαταβατικοί ,το μόνο που δεν φώναξαν ήταν το ''άρον άρον σταύρωσον αυτόν'' 

    Έτσι περνούσε ο καιρός και ο Κ. είχε γίνει ο αποδιοπομπαίος τράγος του χωριού.Συχνά άλλαζε δρόμο για να μην συναντηθεί με τους πιό επιθετικούς.Ο πατέρας στο σπίτι δεν το κουβέντιαζε ,αλλά οι κρυφές ματιές της μάνας του του έλεγαν συνέχεια ''που μας έμπλεξες''.Αντίθετα η γιαγιά παρ'ολο που ήτανε θρησκευόμενη γυναίκα έδειχνε καλοσυνάτη μαζί του.Κάθε Κυριακή όταν γύριζε από την εκκλησία μόνη της πια αφού ο Κ. δεν πήγαινε  μαζί της,την επισκεπτόταν στο σπίτι της.Εκεί ήταν ο επίσημος προσκεκλημένος της για φαγητό που συχνά πυκνά το μενού ήταν παστιτσάδα.Με πηχτή  σάλτσα και χοντρό μακαρόνι που άφηνε την σάλτσα να εισχωρήσει μέσα του και να το μετατρέψει από ένα φτωχό ζυμαρικό σε μία γευστική απόλαυση.Στον Κ. άρεσε να τρώει πρώτα τα μακαρόνια και να αφήνει το κρέας για το τέλος.Ποτέ δεν κατάλαβε τον λόγο που το έκανε,ίσως γιατί το κρέας είχε μια ξεχωριστή γεύση η γιατί το μοσχαρίσιο κρέας δεν έμπαινε συχνά στο χωριάτικο τραπέζι και οπότε του άξιζε μια ξεχωριστή μεταχείριση.

      Κάπως έτσι κύλαγε ο καιρός! Πολλές φορές τα βράδια πεταγότανε στον ύπνο του λουσμένος στον ιδρώτα της ενοχής.Αισθανόταν ένα βάρος στο στήθος του λες και η πέτρα που μόλις είχε φύγει από τα χέρια του Σίσυφου ήρθε και θρονιάστηκε στο στήθος του.Άλλες φορές πάλι έβλεπε όνειρα που δεκάδες δάχτυλα τον έδειχναν απειλητικά.Μαρτύριο από το οποίο προσπαθούσε απεγνωσμένα να απαλλαγεί!                      Σήμερα όμως είχε πάρει την απόφασή του.Δεν θα τον κράταγε κανένας φόβος προκειμένου να λύσει τον Γόρδιο δεσμό του.Δρασκέλησε αποφασιστικά το κατώφλι της εκκλησιάς και σύντομα βρέθηκε στο σημείο της Τελικής Κρίσης.Σήκωσε ξανά το βλέμμα στον Παντοκράτορα που συνέχισε να τον κοιτάει βλοσυρά.Aυτή την φορά πρόσεξε πως το βλέμμα ήταν αυστηρό όχι όμως θυμωμένο.Το βλέμμα του περιπλανήθηκε στον θόλο και σταμάτησε πάλι στον μικρό Ιησού που συνέχισε να έχει ένα ανεπαίσθητο χαμόγελο στα χείλη.Τον κοίταζε επίμονα για μερικά λεπτά σαν κάτι να ζητούσε όταν για μιά στιγμή του φάνηκε πως του έκλεισε πονηρά το μάτι.Προς στιγμήν σάστισε μπορεί να ήταν της φαντασίας του από την πολλή επιθυμία να λάβει ένα σημάδι.Όμως γιατί και να μην ήταν.Οι θεοί διαλέγουν μόνοι τους τον τρόπο που παρεμβαίνουν!                                   Έστρωσε τα ρούχα του στύλωσε το κορμί και βγήκε καμαρωτός από την εκκλησία.Του φάνηκε πως ήταν ψηλότερος από πριν και το πρόσωπό του έφεγγε.Είχε πάρει την συγχώρεσή του!

                                                                 

Τρίτη 7 Ιουλίου 2020

ΝΑΟΙ ΤΗΣ ΥΠΑΙΘΡΟΥ


ΣΠΥΡΟΣ ΚΩΣΤΕΛΕΤΟΣ

      Επιχειρώντας κάποιος μια εξόρμηση στην κερκυραϊκή ύπαιθρο θα συναντήσει στο διάβα του μια πληθώρα ναών,και θα διαπιστώσει αβίαστα το πόσο σημαντικό ρόλο έπαιζαν κάποτε αυτά τα κτίσματα στην καθημερινότητα των χωρικών και όχι μόνο.Αν δε εντρυφήσει και σε αρχειακό υλικό θα καταλάβει ίσως και τους λόγους που ανεγέρθηκαν τόσοι πολλοί ναοί.

      Είναι σίγουρο ότι η θρησκευτικότητα είναι ο προφανής λόγος ανέγερσης ενός ναού.Όταν επιπλέον ως λαός βρίσκεσαι υποτελής σε κρατική οντότητα άλλου δόγματος τότε προκύπτει ένας επιπλέον λόγος.Βέβαια αν εξαιρέσουμε την περίοδο των Ανδηγαυών που το ορθόδοξο δόγμα είχε ''σπρωχτεί στην γωνία'',επί Βενετών δεν συνέβαινε ακριβώς το ίδιο καθότι οι Βενετοί ήταν κυρίως έμποροι και δεν καιγόταν για τα δόγματα.

        Έτσι μπορούμε να παραθέσουμε και άλλους λόγους για τους οποίους κάποιος θα αποφάσιζε την ανέγερση ενός ναού.Ας πούμε μια αρχοντική οικογένεια θα αποκτούσε επιπλέον κοινωνικό κύρος,απέναντι στους καλλιεργητές της γης,αν διέθετε έναν εντυπωσιακό ναό.Δεν είναι τυχαίο ότι πάνω από τους μισούς ναούς της υπαίθρου είχαν στην κατοχή τους αρχοντικές οικογένειες.Επιπλέον μέλη της οικογένειας,όταν αποφάσιζαν να ζητήσουν συγχώρεση για τα αμαρτήματα τους στην διάρκεια τους βίου τους,κατέφευγαν στα τελευταία τους στους ιδιόκτητους ναούς και με τον τρόπο αυτό τους μετέτρεπαν σε μοναστήρια.

           Ακόμα και εύπορες αγροτικές οικογένειες φρόντιζαν να έχουν στην κατοχή τους κάποιο ναό για τους ίδιους λόγους που το επεδίωκαν και οι αρχοντικές.Υπήρχαν όμως και οι ''συναδελφικοι'' ναοί που τους κατείχαν όλοι οι κλάδοι μιας οικογένειας η και πολλές οικογένειες μαζί!  Εντός της πόλης υπήρχαν και οι συντεχνιακοί,αλλά δεν αφορούν την συγκεκριμένη έρευνα.                                                                              Ένας ναός για να ανεγερθεί έπρεπε να πάρει μια άδεια από την πολιτεία και μιαν από την επίσημη εκκλησία.Σημαντικό επίσης στοιχείο ήταν η προικοδότηση του ναού γιατί έπρεπε να κατέχει μια τέτοια περιουσία που να μπορεί να συντηρείται.Η εποπτεύουσα αρχή πάνω στην περιουσία των ναών λεγότανε Μαγγιστράτο πάνω στους Ιερούς Τόπους.Μια από τις δικαιοδοσίες της ήταν η προκήρυξη δημόσιων δημοπρασιών (ικάντα)για το πάχτωμα των περιουσιών των ναών.

          Στους συναδελφικούς ναούς,οι έχοντες δικαίωμα ψήφου επέλεγαν τους ''κουμέσιους''δηλαδη εκπροσώπους η κυβερνήτες συνήθως με θητεία δυο χρόνων οι οποίοι έκαναν την διαχείριση των αγαθών της εκκλησίας.Μετά το πέρας της θητείας παρεδιδαν απολογισμό στους αδελφούς.                                         Από την μεριά της η πολιτεία έβαλε κάποιους κανόνες για να αποφεύγει τυχόν ατασθαλίες χωρίς να το πετυχαίνει πάντα! Ζητούσε λοιπόν να τηρείται βιβλίο εσόδων -εξόδων καθώς να καταγράφεται κάθε πιθανή δωρεά προς τον ναό

         Ένα άλλο σημαντικό θέμα ήταν να μπουν κάποιοι κανόνες σχετικά με τις χειροτονίες των παπάδων.Επειδή οι παπάδες,οι μοναχοί και οι αναγνώστες απαλλάσσονταν από αγγαρείες και στρατιωτικές υποχρεώσεις,πολλοί έβρισκαν την ευκαιρία να ασχολούνται με αυτά για να αποφεύγουν τα δύσκολα! Αποτέλεσμα ήταν να χειροτονουνται και έφηβοι ,πράγμα που κινητοποίησε τις αρχές εν όψει του μεγάλου βενετοτουρκικου πολέμου για τον έλεγχο της Κρήτης.Η Βενετία χρειαζόταν στρατιώτες και έτσι αυστηροποιησε τους κανόνες.Επίσης παρατηρήθηκε το φαινόμενο παπάδες που διέθεταν κάποιες διασυνδέσεις να ιερουργούν σε περισσότερες από μια εκκλησίες με αποτέλεσμα άλλοι να μην ιερουργούν καθόλου.Το έτος 1631 ο Γενικός Προβλεπτής Antonio Pisani όρισε να καταχωρούνται σε ειδικό βιβλίο,γεννήσεις,γάμοι και θάνατοι!Αυτή του η απόφαση δίνει σε μας σήμερα πολύτιμες πληροφορίες σχετικά με την έρευνα.Αυτά τα ωραία συνέβαιναν κάποτε στο ωραίο μας νησί!

        Εμείς θα προσπαθήσουμε να παρουσιάσουμε τις εκκλησίες στηριζόμενοι κυρίως σε στοιχεία που περιέχουν οι αντίστοιχοι φάκελλοι που βρίσκονται στο Αρχείο Κέρκυρας,που έχουν να κάνουν με ημερομηνίες ανέγερσης ,όπου είναι μπορετό,την κτηματική περιουσία,την οικογένεια που κατείχε τον κάθε ναό,και τις διάφορες συναλλαγές που είχαν οι ιερείς και οι κουμέσιοι!Επίσης θα χρησιμοποιήσουμε στοιχεία από την μελέτη ''Χώροι λατρείας και κλήρος στην Κέρκυρα τον 17ο αιωνα''(Καρύδης-Δημουλάς-Πουλής)Θα αρχίσουμε το οδοιπορικό μας από την βόρεια Κέρκυρα και όπου μας βγάλει η απηδαλος ναυς της ιστορίας!

   ΥΓ  Σχετικά με τις εκκλησίες του Βαλανειου(Άγιος Αρσένιος,Άγιος Ιάκωβος,Άγιος Νικόλαος,Άγιος Νικόλαος της Αυλής ) υπάρχουν ήδη αναρτήσεις με επικαιροποιημένα στοιχεία.Εκκρεμεί ανάρτηση για την Παντάνασσα

    Οι επόμενες αναρτήσεις έχουν να κάνουν με τις εκκλησίες των Χωρεπισκόπων.

Κυριακή 10 Μαΐου 2020

Η ΕΚΔΡΟΜΗ


  Πρωτομαγιά του 68! Μπορεί στην Γαλλία να έβραζε ο τόπος,όμως ο αχός της εξέγερσης δεν είχε φτάσει στον μικρόκοσμο του μικρού μας χωριού η τουλάχιστον δεν είχε ανταριάσει την κοινωνική μας κυψέλη.                                          Μερικοί ακόμα αναγάλλιαζαν στην σκέψη ότι είχαν γλυτώσει το υπόλοιπο του δανείου τους στην Αγροτική, που έντεχνα τους είχε προσφέρει η χούντα.Αρκετά περισσότεροι ανησυχούσαν και αναρωτιώταν ''που πάμε'' όταν το μισό χωριό κατέδιδε το άλλο μισό στους χωροφύλακες.                                                              Όμως για μας τα πιτσιρίκια το γεγονός ήταν εδώ και μέρες η υπόσχεση του δασκάλου οτι την Πρωτομαγιά θα πηγαίναμε εκδρομή στο ποτάμι.Οι οδηγίες ήταν σαφείς,θα πηγαίναμε συντεταγμένα και φρόνιμα όπως άρμοζε!Μία οδηγία που ξέραμε καλά και εμείς αλλά πολύ περισσότερο ο δάσκαλος ότι δεν επρόκειτο να τηρηθεί.

    Κείνο το πρωί ο ήλιος μόλις είχε σκάσει μύτη,όπως τόχε συνήθειο του και οι πρώτες του αχτίνες χαιδεύανε τις στέγες των σπιτιών.Το προαύλιο θύμιζε πολύβουο μελίσσι με τα παιδιά να τρέχουν πάνω -κάτω,να φωνάζουν ,να σπρώχνονται,να αλληλοπειράζονται εκμεταλευόμενα την μη έγκαιρη προσέλευση του δασκάλου.                                                               Το κουδούνι που ταλαντευόταν στα χέρια του δασκάλου που μόλις είχε φθάσει τα συνέφερε απο το ντελίριο κίνησης και φωνών.Με μία ομοιόμορφη κραύγη μαζεύτηκαν μπροστά στο δάσκαλο τόσο υπάκουα που αναρωτιώσουν αν ήταν τα ίδια πρόσωπα με πρίν.Η εμφάνιση του δασκάλου δικαιολογούσε απόλυτα την αργοπορία του.Φρεσκοξυρισμένος και χτενισμένος με επιμέλεια,με το άσπρο του πουκάμισο και το σκούρο παντελόνι καλοσιδερωμένα νόμιζες οτι έκανε λάθος την μέρα και θα πήγαινε να επισκεφθεί τον επιθεωρητή.Αυτό που έβαλε τα πράγματα στην θέση τους ήταν το ψάθινο καπέλλο που κρατούσε στο αριστερό του χέρι,προφανώς προβλέποντας οτι αργότερα ο ήλιος θα είχε άγριες διαθέσεις!

   Ξεκινήσαμε συντεταγμένα,μπροστά ο δάσκαλος και πίσω του τα κορίτσια.Εμείς κλείναμε την πομπή όχι γιατί θέλαμε να δώσουμε κάποια προτεραιότητα στα κορίτσια λόγω λεπτότητας αλλά μας βόλευε να κάνουμε την συνηθισμένη μας φασαρία!Προσπεράσαμε το ''στάδιο'',την χιλιομετρική κολόνα με το νούμερο 27,που μας θύμιζε πόσο μακρυά βρισκόμαστε απο την Χώρα.Eνθύμιο της Αγγλικής κυριαρχίας έπαιζε τον ρόλο του ορίου της βραδυνής βόλτας,όταν με τον παιδιάστικο και λίγο άτεχνο τρόπο μας προσπαθούσαμε να  βιώσουμε τα πρώτα μας φλέρτ!

     Γύρω μας η φύση οργίαζε σε ενα καμβά χρωμάτων και αρωμάτων που το καθένα προσπαθούσε να ξεπεράσει το άλλο.Το πράσινο της φυλλωσιάς διακόπτοταν από μωβ,κίτρινες,κοκκινες και ρόζ πινελιές,ενώ τα αρώματα διαδεχόταν το ένα το άλλο καθώς προχωρούσαμε.Ο βόμβος των μελισσών που ερωτοτροπούσαν με τα λουλούδια συνέθετε ένα σκηνικό που μ' έκανε να σκεφτώ πως κάπως έτσι πρέπει να ήταν ο παράδεισος!                                                                                 Η ξαφνική εμφάνιση μιάς δεντρογαλιάς που περνούσε ατάραχη κάθετα τον δρόμο έκανε τα κορίτσια να κρεμαστούν έντρομα από τα πατζάκια του δασκάλου,ενώ για μένα ήταν η επιβεβαίωση της προηγούμενης σκέψης μου.Νά και ο όφις!Το μόνο που έμενε ήταν να πεταχτούν πίσω από τα φυλλώματα οι δύο αμαρτήσαντες.


        Από αυτές μου τις σκέψεις με έβγαλε η επιβλητική φιγούρα του μοναστηριού του Αη Νικόλα των Αρλιώτη,που φάνηκε ξαφνικά μπροστά μας σαν νάθελε να μας κόψει τον δρόμο.Κοντά 400 χρόνια στεκότανε εκεί,περιμένοντας κάθε χρονιά να υποδεχθεί την εικόνα της λειτανείας του Θωμά.Άπειροι άνθρωποι είχαν διαβεί το τοξωτό κατώφλι του περίβολού του για να το επισκεφτούν.Καθώς στρίβαμε την γωνία μου φάνηκε πως μιά καλόγρια βγήκε στο ξώθυρο να μας χαιρετήσει.Σταματήσαμε για μιά στιγμή στην πηγή που ανάβλυζε κάτω από τα θεμέλια του περίβολου,μήπως και δούμε τα χέλια που λέγανε ότι υπήρχαν εκεί,αλλά δεν είμαστε τυχεροί.Δυό στροφές παρακάτω αντικρύσαμε τον μύλο και σαν να δόθηκε ένα υπόγειο σύνθημα,ορμήσαμε αλαλλάζοντας προς το ποτάμι.Οι αυστηρές φωνές του δασκάλου αποδείχτηκαν πολύ λίγες για να μας σταματήσουν.Γρήγορα και ο ίδιος κατάλαβε ότι φώναζε για την τιμή των όπλων!

     Ο αιφνιδιασμός των βατράχων ήταν τέλειος.Παράτησαν έντρομοι το πάλκο τους και λούφαξαν μέσα στα βούρλα και τις πλατομαντήλες ,κάτι τεράστια πλατύφυλλα.Χωρίς να χάσουμε καιρό τσαλαβουτήσαμε με τα κοντοβράκια μας σ'ένα κομμάτι του ποταμιού που ήταν ρηχό με ψιλή άμμο.Μερικές ταλαιπωρημένες μπάλλες έκαναν την εμφάνισή τους και αρχισε ένα άναρχο βόλευ,που συχνά κατέληγε σε αψιμαχίες με τα κορίτσια γιατί τους κλέβαμε ζωτικό χώρο.                                       Το ποτάμι ανεχόταν καρτερικά αυτήν την περίεργη κατάληψη που μοναδικό της αίτημα ήταν να ...ξεδώσουμε! Ο δάσκαλος εν τω μεταξύ είχε διαλέξει μία πλατιά πέτρα μπροστά στον μύλο και από κει ήλεγχε την κατάσταση. Μετά από ώρες ξέφρενου παιγνιδιού και όταν τα στομάχια άρχισαν να γουργουρίζουν έδωσε το σύνθημα της επιστροφής.Τώρα ο στόχος ήταν η γρήγορη επιστροφή για να πέσουμε με τα μούτρα στο περιεχόμενο που είχε του καθενός το τσουκάλι!


          Για την ιστορία από αριστερά προς τα  δεξιά  είναι,ο Δημητρης Βασιλάκης(Θεμιστοκλή),ο Γιαννης Κρασακης(Κοκόλης),ο Γιαννης Βαγιωνίτης(Καπαντρία),ο Αλέκος Βασιλάκης(Ντίτση)και ο υποφαινόμενος!

     


Τετάρτη 22 Απριλίου 2020

Ο ΜΥΛΟΣ ΤΗΣ ΜΑΚΕΝΑΣ

     Ο δρόμος κατηφόριζε την πλαγιά σαν ένα τεράστιο φίδι,που κατέβαινε να ξεδιψάσει στα νερά του Μελισσουδιού.Σερνότανε κάτω από τα πυκνά λιόδεντρα και τα πολύχρωμα λουλουδένια χαλιά χωρίς τίποτε να ταράζει την μεσημεριανή του ραστώνη.Εκεί  στο ποτάμι, αφού έσβηνε την δίψα του,ανηφόριζε τώρα πιά πιό νωχελικά, κάνωντας λιγότερες στροφές στο κορμί του, μέχρι του έφτανε στο Βαλανειό ,ενώ η ουρά του βρίσκονταν ακόμη στους Χωρεπισκόπους! Πάντα αναρωτιόμουν ποιος αποφάσισε την χάραξη αυτού του δρόμου και πόσοι εργάτες χρειάστηκε να σκουπίσουν ατέλειωτες φορές το μέτωπό τους από τον ιδρώτα.Η αλήθεια είναι ότι ένωνε δύο ιστορικά μεν χωριά της περιοχής αλλά μικρά στο μέγεθος.Πόσο μάλλον όταν θα χρειάστηκε να πληρωθούν διόδια εργασίας σε κάποια ποταμίσια θεότητα για να κατασκευαστεί το γεφύρι και να είναι βατός ο δρόμος. 

                                                                   Φανταζόμουνα διάφορες εκδοχές,όπως ότι μία νεράιδα των νερών,μία Νύμφη, πήρε τα μυαλά του άρχοντα της περιοχής και τον έπεισε να φτιάξει τον δρόμο και ακόμα αν ήθελε να την βλέπει λουσμένη στο φεγγαρόφωτο, θάπρεπε να φτιάξει και γεφύρι για να στέκεται να την κοιτά από κει πάνω.Ακόμα ίσως οι κάτοικοι των δύο χωριών θέλοντας να σμίξουν, πήραν τα τσαπιά τους και αφού πάλεψαν μέρες πολλές με τις αφιλόξενες πέτρες αντάμωσαν εκεί που είναι σήμερα το γεφύρι.Εκεί στήσανε το γεφύρι σαν ένα μνημείο θριάμβου,ακόμα και σαν ένα σύνορο.Οποιος πέρναγε απο την άλλη μεριά ανήκε πιά στον άλλον!Μπορεί όμως απλά να κάλυπτε τις ανάγκες των νερόμυλων που ηταν διάσπαρτοι κατά μήκος του Μελισσουδιού.Τελευταίο μνημείο αυτής της αποικίας των μύλων ήταν η Μάκενα.

      Μέσα στο παιδικό μου μυαλό πίστευα ότι η Μάκενα δεν θα μπορούσε να ήταν άλλη απο την κυρά του μύλου.Επηρεασμένος απο τις ιστορίες των παραμυθιών είχα φτιάξει την δική μου εκδοχή. Έβλεπα τον μυλωνά σαν εναν παχουλό τύπο αλευρωμένο απο την κορφή ως τα νύχια τόσο που αν τιναζόταν με επιμέλεια θα μάζευε το αλεύρι για το ψωμί της ημέρας.Με το πρώτο χάραμα έπιθεωρούσε το μυλαύλακο και τις μυλόπετρές του και μέχρι να σκάσει μύτη ο πρώτος πελάτης έστριβε ένα τσιγάρο παρέα με τις πρώτες αχτίδες του ήλιου.Αργότερα συνήθιζε να λέει χοντροκομμένα χωρατά στους βαριεστημένους χωριάτες και με κάθε ευκαιρία να τους κλέβει στο ξάι.Αλλά μέχρι εκεί!

      Η κυρά του μύλου-δεν της πήγαινε ο όρος μυλωνού-ήταν η ψυχή του μύλου.Την φανταζόμουν σαν μία πληθωρική γυναίκα σε όλα της.Τα πλούσια μαύρα μαλλιά της τα φυλάκιζε σ ένα πολύχρωμο μαντήλι που άφηνε τελείως γυμνό τον μακρύ της λαιμό.Το λιτό προσεγμένο μεσάτο φόρεμά της,πάντα καθαρό,άφηνε τις ατρόχιστες φαντασίες των χωρικών να ανοίγουν καινούριους δρόμους.Η μικρή υποψία γάμπας που άφηνε να φανεί πότε-πότε έκανε την διάρκεια στριψίματος ενός τσιγάρου πραγματικό κατόρθωμα.  

                                              Δεν ξέρω αν όλο τούτο ήταν ένα καλοστημένο σχέδιο προσέλκυσης πελατών που είχε καταστρώσει με τον αχόρταγο μυλωνά η ήταν απλά το ταπεραμέντο, που σίγουρα είχε.Ο μυλωνάς πάντως έδειχνε αφοσιωμένος στις μυλόπετρές του. Ακόμα σερνόταν ένας ψίθυρος ότι η Μάκενα τις νύχτες που είχε φεγγάρι ολόγιομο πήγαινε κάτω από την καμάρα του γεφυριού και άφηνε το φως του να λούζει το διάφανο δέρμα του κορμιού της,καθώς βούταγε στα δροσερά νερά του ποταμιού.

       Με τούτα και με κείνα κύλαγε ο καιρός και η γκρίνια μεγάλωνε στα χαμώγια των χωρικών και από τις δύο μεριές του ποταμιού.Οι νοικοκυρές φωνάζανε ότι το αλεύρι ήτανε πιο χοντροκομμένο απ ότι έπρεπε και ότι οι άντρες τους δεν  είχαν το νου τους στην δουλειά παρά στα κάλλη της πλανεύτρας κυράς του μύλου.Μαλιστα συχνά πυκνά ζαλώνονταν οι ίδιες το σακκί με το καλαμπόκι για το άλεσμα για να αποφεύγουν τα χειρότερα.Δέν διαπίστωσα ποτέ αν μετά από αυτό το αλεύρι ερχόταν στο σπίτι πιο ψιλοαλεσμένο,η μέση όμως των γυναικών σίγουρα ηταν πιό ταλαιπωρημένη!

---------------------------------------------------------------------------------------------------------------------

        Πέρασαν έτσι τα χρόνια και κάποια στιγμή ανακάλυψα κάτι που μου γκρέμισε όλο το όνειρο.Αυτή η έμφυτη τάση μου να ρουφάω αχόρταγα κάθε τι που ήταν τυπωμένο σε χαρτί,ενώ που πρόσφερε ικανοποίηση και γνώση,εδώ μου έφερε τα πάνω κάτω.Με πόνο ψυχής έμαθα οτι η Μάκενα δεν ήταν τίποτε άλλο παρά ένας χειροκίνητος μηχανισμός αλέσματος των δημητριακών!



Τρίτη 24 Μαρτίου 2020

Η ΑΠΑΓΟΡΕΥΣΗ ΚΥΚΛΟΦΟΡΙΑΣ ΠΟΤΕ ΔΕΝ ΠΕΘΑΙΝΕΙ


Πολλοί από σας πιθανόν να νοιώθετε στενάχωρα με την απαγόρευση της κυκλοφορίας.Όμως υπάρχει λόγος ανωτέρας βίας.Τουλάχιστον αυτό επικαλείται η πολιτεία.Για το κοινό καλό Ισως σκέπτεστε ότι αυτό δεν έχει ξανασυμβεί!

    Όμως εδώ κάνετε λάθος! Στο όχι και πολύ μακρινό παρελθόν,σύμφωνα με τους κρατούντες τότε, υπήρχε κίνδυνος η κοινωνία να μολυνθεί από έναν ιο.Αυτός ο ιός είχε πολιτικά χαρακτηριστικά και όσοι είχαν μολυνθεί απο αυτόν έπρεπε να περιοριστούν.Έτσι για να μην ''διασαλευτεί η τάξις και η ευνομία το ''Βασίλειον της Ελλάδος'' φροντισε δια των οργάνων του να εκδώσει το ''Ατομικόν Δελτίον Κυκλοφορίας''που βλέπετε. 


   Το συγκεκριμένο αφορά μια γυναίκα από το Βαλανειό την Μαρίνα Κυριάκη σύζυγο Θωμά Κυριάκη με επάγγελμα οικιακά και της επιτρέπει να μετακινήται σε ακτίνα 30 χιλιομετρων απο το σπίτι της.Η ημερομηνία είναι το σωτήριον έτος 1959


Παρασκευή 10 Ιανουαρίου 2020

TO ΡΟΔΙ ΠΟΥ ΔΕΝ ΕΣΠΑΣΕ

    Δεκέμβρης!Είχε βάλει τα πρώτα δυνατά κρύα.Έξω ο τόπος στρωμένος με κίτρινα φύλλα από τα δέντρα που στέκονταν ανήμπορα να κρατήσουν την φυλλωσιά τους.Η οικογένεια των κατσικιών στριμωγμένη γύρω από την γωνίστρα προσπαθούσε να ζεσταθεί.Η κατσαρόλα άχνιζε με την νόστιμη χορτόσουπα,ενώ στην χόβολη η μαμά κατσίκα έψηνε μικρά πιτάκια που τόσο άρεσαν στα κατσικάκια.Αργούσε λίγο η ώρα του φαγητού και υπήρχε χρόνος για ιστορίες από τα παλιά!

    Θυμόταν όλα την ατυχία του κυρ Αργύρη να μην του σπάσει το ρόδι και περίμεναν την συνέχεια.Η μαμά πήρε ένα σοβαρό ύφος,έβγαλε έναν αναστεναγμό και άρχισε.......

Μετά άπ αυτο μπήκαν όλοι στο σπίτι,όπου οι υπηρέτριες είχαν αρχίσει τις ετοιμασίες για το γεύμα.Σε λίγο έφτασαν και οι Βενέτηδες.Έφεραν μαζί τους τον επιστάτη τους τον Μεχμέτ,έναν Τούρκο που τον είχαν από μικρο παιδί μαζί τους και ένοιωθε περισσότερο Έλληνας.Ενώ είχαν αρχίσει τα καλωσορίσματα χτύπησε πάλι η πόρτα.Ήταν ο καπετάνιος από τους Κόρφους.Μπήκε και ανταριασε το σπίτι με τα δυνατά του γέλια,ενώ έψαχνε με τα μάτια την κυρα μου.Μόλις την εντόπισε τις έχωσε στην αγκαλιά ένα κουτί με κορδέλες που κράταγε στα χέρια.....αυτά κυρα Ισμήνη είναι από την κυρα μου,είναι γλυκά τση Κέρκυρας,μαντολάτα,μαντολες και συκομαιδες! Στο καλλίτερο μαγαζί τση χώρας πήγε και τα ψώνισε!! Το πλατύ χαμόγελο της κυράς τον ικανοποίησε πολύ.Κάθισαν στο τραπέζι και η καλή παρέα με την υπέροχη μυρωδιά της αχνιστής σούπας τους έκανε να ξεχάσουν τελείως το συμβάν με το ρόδι.

      Όταν τελείωσαν το φαγητό,οι άντρες πέρασαν στο σαλόνι και σε λίγο εμφανίστηκε η υπηρέτρια .Έφερε έναν δίσκο με αχνιστό καφέ που η έντονη μυρωδιά έφερε μιαν αγαλλίαση σε όλους.Μετά τις πρώτες ρουφηξιές,άνοιξε η όρεξη για συζήτηση.-Πως πάνε οι δουλειές Αργύρη μου,ρώτησε ο καπετάνιος έτσι για να σπάσει τον πάγο.                                            -Καλά πάνε! απάντησε ,μόνο που τον τελευταίο καιρό κάτι τηλεγραφήματα που λαβαίνω από τους αντιπροσώπους,ειδικά από την μεριά του Πόντου,με κάνουν και ανησυχώ.-Δηλαδή τι συμβαίνει? ρώτησαν αμήχανα,ενώ η ανησυχία μεταφέρθηκε και σ αυτούς γιατί το ύφος και ο τόνος της φωνής ήταν πολύ σοβαρός                                                                                                -Να επικρατεί ένας αναβρασμός.Φαίνεται οι Νεότουρκοι δεν τους φτάνει να ξεμπερδεψουν με τον σουλτάνο,αλλά βάλανε στο μάτι και τις άλλες εθνότητες!Και να μου το θυμηθείτε δεν θα σταματήσουν με τους Αρμένηδες.Θέλουν λέει καθαρό Οθωμανικό κράτος χωρίς ξένους!   -Δεν νομίζω να φθάσουν μέχρι εκεί,σχολίασε ο Βενετης,μόνο που ο τόνος της φωνής του δεν έδειχνε να το πολυπιστεύει.Εξάλλου εμείς κρατάμε όλο το εμπόριο στα χέρια μας.Έχουμε και τους Αγγλογαλλους μαζί μας! Τώρα όμως που το λες και γω έχω δει μικρές ομάδες με ρέμπελους να τριγυρνάνε στα μποστάνια μου.Οι επικεφαλής μάλιστα κρατάνε και όπλα.                                                                  Ο καπετάνιος που μέχρι τότε έπαιζε αφηρημένα με το μουστάκι του ακούγοντας τους,πήρε το λόγο.  -Αυτό που είπες κυρ Βενετη για τους ξένους μην το δένεις και κόμπο.Επίτρεψε μου να τους ξέρω λίγο καλύτερα.Αυτοί τα πετρολια της Βασορας λιμπίζονται,γι αυτά πουλάνε και την μάνα τους!Εκεί σε μας  κατάφεραν και μας κάνανε δυο κομμάτια,από την μια οι Γερμανοί με τον βασιλιά και από την άλλη τούτοι με τον Βενιζέλο.Τώρα μας ψηνουνε να πάμε να πολεμήσουμε τσου μπολσεβίκους για το καλό μας.Ο Αη Σπυρίδωνας που ναι στη Χώρα να με βγάλει ψεύτη,αλλά αυτοί θα μας βάλουνε σε μπελιαδες.Πως γινεται να πάνε μαζί τα δικά μας ιντερεσα με τα δικά τους.Το πολύ πολύ στο τέλος να καουμε οχτρους και τσου μπολσεβίκους! Τι λες ορέ Μεχμέτη κι εσύ ρώτησε τον επιστάτη.

      Ο Μεχμέτ ξαφνιάστηκε δεν περίμενε να ζητήσουν την γνώμη του.Μετά την πρώτη σαστιμάρα άρχισε να μιλάει κοιτάζοντας το πάτωμα.-Να εγώ Τούρκος γεννήθηκα,αλλά μαζί σας μεγάλωσα.Δεν έχω παράπονα,πολλοί άλλοι όμως δεν βλέπουν με καλό μάτι ότι εσείς οι Ρωμιοι κρατάτε στα χέρια σας την οικονομία της πόλης.Αν οι ξένοι όπως φαίνεται θελήσουν να κόψουν σε κομμάτια την Οθωμανική Αυτοκρατορία η ότι έμεινε από αυτήν,φοβάμαι ότι η οργή των Νεότουρκων θα πέσει και πάνω σας.Ας βοηθήσει ο θεός όλων μας να μην μας μέλλεται κάτι τέτοιο!

       Ξαφνικά σιωπή έπεσε στο δωμάτιο.Βαριά σιωπή που κανείς δεν ήθελε να σπάσει.Από κάποιο κοντινό καπηλειό ακούγονταν μια παρέα που τραγούδαγε ένα γνωστό σμυρναίικο τραγούδι και κάπου από μακρυά το αεράκι έφερνε το μακρόσυρτο κλαψούρισμα ενός αμανέ!                                                                    Το ρόδι είχε μείνει παρατημένο στην εξώπορτα,ώσπου μια παρέα παιδιών άρχισε να το κλωτσάει.Μετα από μερικά χτυπήματα άνοιξε.Πλησίασε για να δει η γιαγιά σας.Αντί για σπόρια ερρεε ένα κόκκινο υγρό σκέτο αίμα! Δεν το είπε σε κανέναν όμως ένα άσχημο προαίσθημα πλάκωνε το στήθος της!