Κυριακή 6 Δεκεμβρίου 2020

ΜΙΑ ''ΖΑΡΓΑΝΑ'' ΣΤΗΝ ΚΕΡΚΥΡΑ ΤΟΥ 1948



 Η ζαργάνα είναι ψάρι του αφρού.Θα μπορούσε κανείς με λίγη φαντασία να την παρομοιάσει με μινιατούρα του ξιφία.Ο φιδίσιος κορμός,της προσφέρει ταχύτητα και ευελιξία.Κάποιοι λένε ότι η βασιλική ζαργάνα φθάνει τα 110 χιλ την ώρα.Για κάποιους άλλους σημασία έχει το γευστικό αποτέλεσμα στο πιάτο.                                 Δεν είναι τυχαίο πάντως ότι οι άνδρες,κυρίως των λαϊκών στρωμάτων,την δεκαετία του 50 και του 60 προσφωνούσαν τις γυναίκες που ήθελαν να σαγηνεύσουν ως ζαργάνες!Το ''ζαργάνα μου'' λοιπόν ήθελε να τονίσει την ομορφιά στην κίνηση και την ευλυγισία,ανεξάρτητα αν ίσχυε πάντα,η ήταν μία υπερβολή ενταγμένη στο παιγνίδι της κατάκτησης.

 Η δική μας η ''ζαργάνα'' ήταν ένα βενζινοκίνητο καΐκι που φαντάζομαι έκανε ότι κάνουν όλα τα καθώς πρέπει καίκια.Άπλωνε τα δίχτυα του και έφερνε ψαριές.Όμως είχε και μία δεύτερη ιδιότητα.Αυτήν της μεταφοράς ψυχών!Αλλά ας πάρουμε την ιστορία από την αρχή!

    Κάπου εκεί στα 1815 ανέλαβε τις τύχες της Κέρκυρας η αγγλική Αρμοστεία.Οι Άγγλοι είχαν μίαν έφεση στην κατασκευή κτηρίων.Δεν έχουμε παράπονο μας άφησαν αρκετά.Βέβαια δεν τα έκτιζαν για το καλό των χαμηλών τάξεων,παρά μόνο γι αυτούς και τους συνοδοιπόρους τους.Όμως για να μην είμαστε τελείως άδικοι απέναντι τους πρέπει να ομολογήσουμε ότι έχτισαν και ένα κτήριο που αφορούσε τους πολλούς.Αυτό συνέβει το 1836!Είναι ένα κτήριο για το οποίο έχει χυθεί πολύ μελάνι και είναι οι φυλακές Κέρκυρας.                                                                              

Σκοπός μιας φυλακής είναι τιμωρεί τους παραβάτες του νόμου και μετά από εύλογο διάστημα να τους αποδίδει ξανά στην κοινωνία καλύτερους .Κάτι τέτοιο πρέπει να γράφανε τα εγχειρίδια.Όμως απ' όσο γνωρίζω μέχρι σήμερα έχουν αποτύχει σε μεγάλο βαθμό σ'αυτήν τους την αποστολή.Απλά γιατί ο σκοπός ήταν άλλος.Σκοπός ήταν να τιμωρούν κυρίως όσους σήκωναν κεφάλι που δεν ήταν άλλοι από τους πεινασμένους και καταπιεσμένους χωρικούς και την φτωχολογιά της πόλης.Έτσι πέρναγαν τα χρόνια,οι κρατούμενοι άλλαζαν, μα το γρανάζι ίδιο και απαράλλακτο.

     Το κτήριο δεν μπορούμε να πούμε,ήταν καλοφτιαγμένο για τον σκοπό του.Στο σχήμα έμοιαζε με τροχό,με κυκλικό εξωτερικό τοίχο και στο κέντρο το επίσης στρογγυλό διοικητήριο,το ''κουλούρι'' όπως το έλεγαν οι κρατούμενοι.Από το ''κουλούρι'' ξεκίναγαν οι ακτίνες(πτέρυγες) με αρίθμηση από το Α μέχρι το Κ.Τα κελιά δεν ήταν φτιαγμένα με καμία ιδιαίτερη φαντασία.Ένας χώρος 2,5 επί 1,5 με έναν μακρόστενο θολωτό φεγγίτη και το κλασσικό παραθυράκι της πόρτας συμπλήρωνε την διακόσμηση.Εκεί οι κρατούμενοι είχαν τον χρόνο να σκεφτούν το παρελθόν,να βιώσουν το παρόν και να φανταστούν το μέλλον τους.Αυτό αφορούσε εκείνην την κατηγορία των φυλακισμένων που τους όριζε η ονομασία ποινικοί.Υπήρχε όμως και μία κατηγορία κρατουμένων που το αδίκημα τους είχε να κάνει κυρίως με τις ιδέες τους.

      Το κακό μ'αυτούς ήταν ότι είχαν μία πρωτο-χριστιανική προσήλωση σε αυτό που πίστευαν.Γρήγορα οι κρατούντες κατάλαβαν ότι δεν έφθαναν οι φοβέρες για να ''κάτσουν στ'αυγά τους''.Έτσι ξεκίνησαν με τα νομοθετήματα και ο πρώτος που ανέλαβε να διαφυλάξει την τάξην ήταν ο Βενιζέλος με το ιδιώνυμο το 1929.Ακολούθησε ο Μεταξάς με τον375/1936 και συνέχισε ο Σοφούλης με τον 509/1947. Μεσούντος του εμφυλίου,όταν όλη η Ευρώπη ξανακτιζόταν εδώ γεμίζανε οι ρεματιές με ματωμένα νεανικά κορμιά ένθεν και ένθεν.Τα ξερονήσια και οι φυλακές γεμάτα ανθρώπους που κανονικά έπρεπε να βρίσκονται στα χωράφια τους και κοντά στους γέρους γονείς τους.Όμως το παγκόσμιο παιγνίδι που παιζόταν τους υπερέβαινε!

        Εδώ στην Κέρκυρα είχε αρκετούς κρατούμενους που η τύχη τους ήταν περίπου προδιαγεγραμμένη.Ένα έκτακτο στρατοδικείο που με συνοπτικές διαδικασίες αποφάσιζε.Πολλές φορές οι κρατούμενοι με αυτοσχέδια χωνιά ενημέρωναν τους Κερκυραίους για τις εκτελέσεις και η παρέμβαση της κερκυραϊκής κοινωνίας είχε αναβάλει η και ματαιώσει εκτελέσεις.                                                                                              Εκείνο το απόγευμα ακούστηκε ''είμαι ο Λευτέρης Τζανετής από την Καισαριανή και αύριο μαζί με άλλους με πάνε για εκτέλεση''.Ύστερα από λίγο θα πήγαιναν στην απομόνωση-στον αράπη- με μόνη συντροφιά ένα μολύβι και ένα χαρτί για τα τελευταία λόγια.Πριν χωριστούν από τους υπόλοιπους όλοι μαζί τραγουδούσαν το στιχάκι που είχε σκαρώσει κάποιος κρατούμενος                                                                                              ''Δεν φεύγω για την ξενιτειά,παράδες ν'αποκτήσω                            θα πάω στο Λαζαρέτο με το αίμα μου το δέντρο να ποτίσω'' 

      Αυτή η τελευταία νύχτα θα πρέπει να ήταν ατέλειωτη.Δεν είναι και λίγο πράγμα,όσο και αποφασισμένος να είσαι,ότι σε λίγες ώρες ''φεύγεις'' χωρίς να μπορείς να σφίξεις ένα χέρι,να ανταλλάξεις ένα βλέμμα με ανθρώπους που αγαπάς! Ακόμα και οι σκληροί των φυλακών,όπως ο αρχιφύλακας Τζώρας στο βάθος τους θαύμαζε,αν και δεν καταλάβαινε γιατί δεν βάζανε μία υπογραφή να τελειώνει το μαρτύριο τους.Δεν μπορούσε να κατανοήσει ότι αν υπέγραφαν τότε θα άρχιζε το πραγματικό μαρτύριο.Θα πέθαιναν κάθε μέρα,από την περιφρόνηση που θα αντίκριζαν στα βλέμματα των άλλων!

       Στον ουρανό της Κέρκυρας είχαν αρχίσει να αχνοφαίνονται τα πρώτα χρώματα.Οι πρώτες αχτίδες του ήλιου άρχισαν να χαϊδεύουν τις στέγες των πανύψηλων σπιτιών της πόλης.Πέτρινοι όγκοι θαρρείς σαν φύλακες προστάτευαν την πόλη από κάθε επιβουλή.Τα πρώτα σκιρτήματα ζωής άρχισαν να ξεπροβάλλουν μέσα απ' τα στενά σοκάκια.Τα πρώτα πρωινά κελαηδήματα καλωσόριζαν την μέρα που άνοιγε σαν μπουμπούκι ανοιξιάτικο!                                                                       Η Ζαργάνα κάπου εκεί στο Καφέ Γυαλί λικνιζόταν απαλά πάνω  στα πρασινογάλαζα νερά του λιμανιού.Πρέπει να το απολάμβανε καθώς διέγραφε χορευτικές κινήσεις με την βοήθεια του υδάτινου καβαλιέρου της.Λίγα λεπτά ξενοιασιάς της έμεναν μέχρι να φτάσει το αλλόκοτο φορτίο της.Θύτες και θύματα μαζί σε ένα μπάρκο χωρίς γυρισμό και στο βάθος ο προορισμός αυτού του ταξιδιού μόλις αχνοφαινόταν μέσα στην πρωινή ομίχλη

        Η επιβίβαση έγινε πολύ βιαστικά πριν οι ντόπιοι καταλάβουν κάτι.Όλα αυτά τα πράγματα συνήθως γίνονται στο σκοτάδι αλλά αφού δεν γινόταν έπρεπε να γίνουν γρήγορα και αθόρυβα. Κάθισαν αντικριστά στον ένα πάγκο οι άνδρες του αποσπάσματος και στον άλλο τα θύματα.Οι φαντάροι αγουροξυπνημένοι με νυσταλέο βλέμμα με το όπλο ανάμεσα στα πόδια  στεκόταν αμίλητοι.Οι άλλοι απέναντι ντυμένοι με τα ''καλά'' τους,φρεσκοξυρισμένοι,σαν μία τελευταία υπενθύμιση το πόσο αγαπούσαν την ζωή, χωρίς όμως εκπτώσεις στα όνειρα τους.Ίσως και μία πρόβα αυτού που θα συνέβαινε σε λίγο.Ο ένας αντίκρυ στον άλλον.Έριξαν μία τελευταία ματιά στην πόλη.Τα φωτεινά παράθυρα πολλαπλασιάζονταν συνέχεια,σημάδι ότι η πόλη ξυπνούσε.Άνδρες ετοιμάζονταν για την δουλειά πίνοντας βιαστικά τον καφέ που τους είχαν ετοιμάσει οι νοικοκυρές χωρίς να φαντάζονται ότι την ίδια ώρα κάποιοι συνάνθρωποι τους πήγαιναν το τελευταίο τους ταξίδι.

       Η βενζινομηχανή της Ζαργάνας μούγκρισε σαν το θεριό που παλεύει να κόψει τα δεσμά του και ύστερα όρμηξε μπροστά σχίζοντας τον καθρέφτη της θάλασσας.Μέσα σε μιά στιγμή η Ζαργάνα μετατράπηκε σε νεκροκάραβο ζωντανών νεκρών,και το θαλάσσιο χαλί που απλώνονταν μπροστά της σαν μία άλλη Αχερουσία λίμνη!Γερό σκαρί καθώς ήταν γρήγορα έχαψε την απόσταση και πλεύρισε στην ακτή.                                                    Ένας-ένας άρχισαν να κατεβαίνουν,ο τελευταίος γύρισε στον καπετάνιο με πικρό χαμόγελο ''στρίψε το τελευταίο για μας''και εκείνος κούνησε καταφατικά το κεφάλι.Έβγαλε την ταμπακιέρα του  με αργές κινήσεις και το έστριψε με κατάνυξη.Τράβηξε την πρώτη ρουφηξιά και περίμενε,στην τρίτη άκουσε την ομοβροντία.Συνέχισε να ρουφάει αργά ώσπου άκουσε και τις χαριστικές βολές.Κάτι μουρμούρισε μέσα από τα δόντια του που μόνο αυτός και η Ζαργάνα άκουσε

          Το 49 σταμάτησαν οι εκτελέσεις στο Λαζαρέτο! Υποθέτω ότι η Ζαργάνα γύρισε στις παλιές της συνήθειες.Οι αυγές στην Κέρκυρα συνέχισαν να είναι το ίδιο όμορφες!