Τετάρτη 22 Απριλίου 2020

Ο ΜΥΛΟΣ ΤΗΣ ΜΑΚΕΝΑΣ

     Ο δρόμος κατηφόριζε την πλαγιά σαν ένα τεράστιο φίδι,που κατέβαινε να ξεδιψάσει στα νερά του Μελισσουδιού.Σερνότανε κάτω από τα πυκνά λιόδεντρα και τα πολύχρωμα λουλουδένια χαλιά χωρίς τίποτε να ταράζει την μεσημεριανή του ραστώνη.Εκεί  στο ποτάμι, αφού έσβηνε την δίψα του,ανηφόριζε τώρα πιά πιό νωχελικά, κάνωντας λιγότερες στροφές στο κορμί του, μέχρι του έφτανε στο Βαλανειό ,ενώ η ουρά του βρίσκονταν ακόμη στους Χωρεπισκόπους! Πάντα αναρωτιόμουν ποιος αποφάσισε την χάραξη αυτού του δρόμου και πόσοι εργάτες χρειάστηκε να σκουπίσουν ατέλειωτες φορές το μέτωπό τους από τον ιδρώτα.Η αλήθεια είναι ότι ένωνε δύο ιστορικά μεν χωριά της περιοχής αλλά μικρά στο μέγεθος.Πόσο μάλλον όταν θα χρειάστηκε να πληρωθούν διόδια εργασίας σε κάποια ποταμίσια θεότητα για να κατασκευαστεί το γεφύρι και να είναι βατός ο δρόμος. 

                                                                   Φανταζόμουνα διάφορες εκδοχές,όπως ότι μία νεράιδα των νερών,μία Νύμφη, πήρε τα μυαλά του άρχοντα της περιοχής και τον έπεισε να φτιάξει τον δρόμο και ακόμα αν ήθελε να την βλέπει λουσμένη στο φεγγαρόφωτο, θάπρεπε να φτιάξει και γεφύρι για να στέκεται να την κοιτά από κει πάνω.Ακόμα ίσως οι κάτοικοι των δύο χωριών θέλοντας να σμίξουν, πήραν τα τσαπιά τους και αφού πάλεψαν μέρες πολλές με τις αφιλόξενες πέτρες αντάμωσαν εκεί που είναι σήμερα το γεφύρι.Εκεί στήσανε το γεφύρι σαν ένα μνημείο θριάμβου,ακόμα και σαν ένα σύνορο.Οποιος πέρναγε απο την άλλη μεριά ανήκε πιά στον άλλον!Μπορεί όμως απλά να κάλυπτε τις ανάγκες των νερόμυλων που ηταν διάσπαρτοι κατά μήκος του Μελισσουδιού.Τελευταίο μνημείο αυτής της αποικίας των μύλων ήταν η Μάκενα.

      Μέσα στο παιδικό μου μυαλό πίστευα ότι η Μάκενα δεν θα μπορούσε να ήταν άλλη απο την κυρά του μύλου.Επηρεασμένος απο τις ιστορίες των παραμυθιών είχα φτιάξει την δική μου εκδοχή. Έβλεπα τον μυλωνά σαν εναν παχουλό τύπο αλευρωμένο απο την κορφή ως τα νύχια τόσο που αν τιναζόταν με επιμέλεια θα μάζευε το αλεύρι για το ψωμί της ημέρας.Με το πρώτο χάραμα έπιθεωρούσε το μυλαύλακο και τις μυλόπετρές του και μέχρι να σκάσει μύτη ο πρώτος πελάτης έστριβε ένα τσιγάρο παρέα με τις πρώτες αχτίδες του ήλιου.Αργότερα συνήθιζε να λέει χοντροκομμένα χωρατά στους βαριεστημένους χωριάτες και με κάθε ευκαιρία να τους κλέβει στο ξάι.Αλλά μέχρι εκεί!

      Η κυρά του μύλου-δεν της πήγαινε ο όρος μυλωνού-ήταν η ψυχή του μύλου.Την φανταζόμουν σαν μία πληθωρική γυναίκα σε όλα της.Τα πλούσια μαύρα μαλλιά της τα φυλάκιζε σ ένα πολύχρωμο μαντήλι που άφηνε τελείως γυμνό τον μακρύ της λαιμό.Το λιτό προσεγμένο μεσάτο φόρεμά της,πάντα καθαρό,άφηνε τις ατρόχιστες φαντασίες των χωρικών να ανοίγουν καινούριους δρόμους.Η μικρή υποψία γάμπας που άφηνε να φανεί πότε-πότε έκανε την διάρκεια στριψίματος ενός τσιγάρου πραγματικό κατόρθωμα.  

                                              Δεν ξέρω αν όλο τούτο ήταν ένα καλοστημένο σχέδιο προσέλκυσης πελατών που είχε καταστρώσει με τον αχόρταγο μυλωνά η ήταν απλά το ταπεραμέντο, που σίγουρα είχε.Ο μυλωνάς πάντως έδειχνε αφοσιωμένος στις μυλόπετρές του. Ακόμα σερνόταν ένας ψίθυρος ότι η Μάκενα τις νύχτες που είχε φεγγάρι ολόγιομο πήγαινε κάτω από την καμάρα του γεφυριού και άφηνε το φως του να λούζει το διάφανο δέρμα του κορμιού της,καθώς βούταγε στα δροσερά νερά του ποταμιού.

       Με τούτα και με κείνα κύλαγε ο καιρός και η γκρίνια μεγάλωνε στα χαμώγια των χωρικών και από τις δύο μεριές του ποταμιού.Οι νοικοκυρές φωνάζανε ότι το αλεύρι ήτανε πιο χοντροκομμένο απ ότι έπρεπε και ότι οι άντρες τους δεν  είχαν το νου τους στην δουλειά παρά στα κάλλη της πλανεύτρας κυράς του μύλου.Μαλιστα συχνά πυκνά ζαλώνονταν οι ίδιες το σακκί με το καλαμπόκι για το άλεσμα για να αποφεύγουν τα χειρότερα.Δέν διαπίστωσα ποτέ αν μετά από αυτό το αλεύρι ερχόταν στο σπίτι πιο ψιλοαλεσμένο,η μέση όμως των γυναικών σίγουρα ηταν πιό ταλαιπωρημένη!

---------------------------------------------------------------------------------------------------------------------

        Πέρασαν έτσι τα χρόνια και κάποια στιγμή ανακάλυψα κάτι που μου γκρέμισε όλο το όνειρο.Αυτή η έμφυτη τάση μου να ρουφάω αχόρταγα κάθε τι που ήταν τυπωμένο σε χαρτί,ενώ που πρόσφερε ικανοποίηση και γνώση,εδώ μου έφερε τα πάνω κάτω.Με πόνο ψυχής έμαθα οτι η Μάκενα δεν ήταν τίποτε άλλο παρά ένας χειροκίνητος μηχανισμός αλέσματος των δημητριακών!